Οι
διαθέσιμες στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για
την κατάρτιση του συντελεστή ετήσιας μεταβολής μισθών του Ν. 4387/2016,
επειδή αυτός αποκλίνει από τον Δείκτη Κόστους
Εργασίας που καταρτίζει και δημοσιεύει η Στατιστική Αρχή.
Αυτό ανακοινώθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ, με αφορμή την αρθρογραφία που αναφέρεται στον υπολογισμό του συντελεστή ετήσιας μεταβολής μισθών του Ν. 4387/2016 και σε δήθεν καθυστέρηση από την πλευρά της Αρχής.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, «η ΕΛΣΤΑΤ, ανταποκρινόμενη στο αίτημα (που υπεβλήθη τον Νοέμβριο του 2016) για τον υπολογισμό του ανωτέρω συντελεστή, συνεργάστηκε με τους εκπροσώπους της Γ.Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων και της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Το συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι οι διαθέσιμες στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάρτιση του εν λόγω συντελεστή, επειδή αυτός αποκλίνει από τον Δείκτη Κόστους Εργασίας που καταρτίζει και δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ. Η εν λόγω απόκλιση είχε επισημανθεί στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή και στο πλαίσιο παλαιότερου αιτήματός της προς την ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με την κατάρτιση του συντελεστή ωρίμανσης για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών, σε εφαρμογή του Νόμου 3863/2010.
Σημειώνεται ότι η αναφορά στην «ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προσδιορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή», στα άρθρα 8, 28 και 35 του Ν. 4387/2016, περιελήφθη στον Νόμο χωρίς όμως να έχει προηγηθεί σχετική συνεργασία με την ΕΛΣΤΑΤ κατά τη διαδικασία σύνταξής του, όπως θα έπρεπε να είχε γίνει σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 7, του Στατιστικού Νόμου 3832/2010, όπως ισχύει.
Η ΕΛΣΤΑΤ πρότεινε πάντως στη Γ. Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων και την Εθνική Αναλογιστική Αρχή να προβούν στη μελέτη και αξιολόγηση των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται σε άλλες χώρες, προκειμένου να ληφθούν υπόψη στην ανάπτυξη, με την υποστήριξη της ΕΛΣΤΑΤ, της εθνικής μεθοδολογίας κατάρτισης του συντελεστή μεταβολής μισθών.
Ως εκ τούτου, οι αναφορές ότι η ΕΛΣΤΑΤ επί εννέα μήνες εξέταζε την κατάρτιση του δείκτη είναι εκτός πραγματικότητας».
πηγή
Εργασίας που καταρτίζει και δημοσιεύει η Στατιστική Αρχή.
Αυτό ανακοινώθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ, με αφορμή την αρθρογραφία που αναφέρεται στον υπολογισμό του συντελεστή ετήσιας μεταβολής μισθών του Ν. 4387/2016 και σε δήθεν καθυστέρηση από την πλευρά της Αρχής.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, «η ΕΛΣΤΑΤ, ανταποκρινόμενη στο αίτημα (που υπεβλήθη τον Νοέμβριο του 2016) για τον υπολογισμό του ανωτέρω συντελεστή, συνεργάστηκε με τους εκπροσώπους της Γ.Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων και της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Το συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι οι διαθέσιμες στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάρτιση του εν λόγω συντελεστή, επειδή αυτός αποκλίνει από τον Δείκτη Κόστους Εργασίας που καταρτίζει και δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ. Η εν λόγω απόκλιση είχε επισημανθεί στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή και στο πλαίσιο παλαιότερου αιτήματός της προς την ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με την κατάρτιση του συντελεστή ωρίμανσης για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών, σε εφαρμογή του Νόμου 3863/2010.
Σημειώνεται ότι η αναφορά στην «ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προσδιορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή», στα άρθρα 8, 28 και 35 του Ν. 4387/2016, περιελήφθη στον Νόμο χωρίς όμως να έχει προηγηθεί σχετική συνεργασία με την ΕΛΣΤΑΤ κατά τη διαδικασία σύνταξής του, όπως θα έπρεπε να είχε γίνει σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 7, του Στατιστικού Νόμου 3832/2010, όπως ισχύει.
Η ΕΛΣΤΑΤ πρότεινε πάντως στη Γ. Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων και την Εθνική Αναλογιστική Αρχή να προβούν στη μελέτη και αξιολόγηση των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται σε άλλες χώρες, προκειμένου να ληφθούν υπόψη στην ανάπτυξη, με την υποστήριξη της ΕΛΣΤΑΤ, της εθνικής μεθοδολογίας κατάρτισης του συντελεστή μεταβολής μισθών.
Ως εκ τούτου, οι αναφορές ότι η ΕΛΣΤΑΤ επί εννέα μήνες εξέταζε την κατάρτιση του δείκτη είναι εκτός πραγματικότητας».
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου